Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

"Χαρηκα πολυ που σε γνωρισα...και τωρα;" Μερος Β΄

Ακολουθησαμε μια σχετικα σκοτεινη διαδρομη μεχρι να φτασουμε σε αυτο το σπιτακι. Φτασαμε μπροστα σε μια ψηλη πυλη που φωτιζοταν  μονο απο μια δημοσια λαμπα του δρομου απέναντι. Το σπιτακι ηταν χτισμενο πανω σε ενα ψηλο λοφο και η εισοδος του κτηματος ηταν ανηφορικη. Ανοιξε μια διπλογυρισμενη μεγαλη αλυσιδα με κλειδαρια επανω στην πορτα, και το αμαξι το αφησε μπροστα στην εισοδο.


Αυτο το σπιτι εμοιαζε πολυ με της δικης μου γιαγιας στο χωριο, μονο που ηταν πιο ψηλο και διπατο. Ειχε ενα μεγαλο μπαλκονι στην δεξια πτερυγα μπροστα στη φάτσα του και μια σκαλα στην αριστερη που οδηγουσε στην εισοδο. Καθολου δελεαστικο μερος, και αρκετα τρομακτικο για εκεινη την ωρα, αλλα για ενα περιεργο λόγο δε φοβομουν καθόλου. Πες με τρελη, αλλα ναι, πηγαινα με εναν αγνωστο στο σπιτι του, (που δεν ξερεις καν, αν ειναι δικο του,.. ετσι λεει αυτος.) μεσα σε ενα αρκετα τρομακτικο μερος απλα και μονο -αφελεστατα- για να χρησιμοποιησω την τουαλετα του. Ξαναπες με τρελη, αλλα τον εμπιστευομουν.
  Θυμηθηκα τα λογια του στο τηλεφωνο, "Δεν προκειται να σου συμβει τιποτα που να μην το θελεις." Γιατι να τον πιστεψεις; ..Αλλα δε σου δινουν και συχνα ξένοι τετοιες εγγυησεις. Τελος πάντων, μην το ψαχνουμε και πολυ, ηταν της μοιρας μου γραφτο να τον ακολουθησω.

Προχωρησαμε στη σκαλα και ανοιξε την πορτα με ενα μικρο κλειδακι. Ω θεε μου! Ειχε την ιδια μυρωδια με το σπιτι της δικης μου γιαγιας. Ενα σπιτακι χωριατικο, σαν κοτετσι, με μουσαμα στο πατωμα και ξυλο. Υπερενισχυμενους τοιχους, προπολεμικους, χαμηλοταβανο, που θερμενοταν με μια σομπα παλια πετρελαιου, μια μικρη κουζινα στην εισοδο, και για κρεβατια στο πρωτο δωματιο μετα την κουζινα, είχε  ενα ραντζο κι ενα παλιο ξυλινο.
Παλιες βελεντζες στο πατωμα για χαλακια, και μαρμαρο στο μπανιο.

Ποσο γλυκο, ποσο χαριτωμενο. Μου θυμησε τη δικη μου γιαγια, και με εκανε να συγκινηθω αφανταστα. Τι γλυκο σπιτακι, τι χαριτωμενο. Ενιωσα τοσο ανετα μπαινοντας, σαν να με χτυπησε ολοκληρη σε ολο μου το σωμα, μια ακατανικητη θετικη αυρα.

Μια υπεροχη θετικη ενεργεια, μια συγκινηση και μια σιγουριά, ότι όλα είναι καλά . Για ακομα μια φορα, ενιωθα απιστευτα ασφαλης. Γιατι τοσο;; Ηταν ανεξηγητο. Κοντευα να τρελαθω με το ποσο ασφαλης αισθανομουν σε ενα περιβαλλον και με μια κατασταση που εξ ορισμου επρεπε να μου προξενει ανασφαλεια.
Ποιος ηταν αυτος ο μυστηριος τυπος που τολμουσε να μου προξενει, ολα αυτα τα θετικα συναισθηματα..;; Πως ηταν γνωστος και οικειος, ενω μου ηταν παντελως άγνωστος στην πραγματικοτητα;  Τον εβλεπα πρωτη φορα στην ζωη μου. Αλλα ενιωθα απο το πρωτο κιολας ραντεβου, οτι επρεπε να ειχαμε συναντηθει εδω και πολυ καιρο. Εδω και χρόνια.  Ειχαμε κοινες καταβολες, παρομοια διαπαιδαγωγηση.
Ειχαμε την ιδια στιγμη ακριβως την ιδια ανάγκη. Να αραξουμε σε ενα λιμανι για παντα και να μην σηκωθουμε απο τη ρημαδοθέση μας ποτέ ξανα.

Μπηκα στην τουαλετα και τελειωσα γρηγορα. Βγηκα εξω κι αρχισα να εκφραζω εντονα τον ενθουσιασμο μου για το ποσο οικειο μου φαινοτανε το σπιτι "του", το σπιτι της γιαγιας του.
-"Αχ, ειναι τοσο ιδιο με της δικης μου γιαγιας! Δεν το πιστευω οτι υπαρχουν ακομα τετοια σπιτια, νομιζα οτι μονο το δικο μας, ειχε ξεμεινει στο χωριο.
Ειναι τοσο ομορφο και γλυκο, νιωθω σαν να εχω ξαναερθει."
-"Ειδες, δεν ηταν τοσο τρομακτικο. Δε χρειαζοταν να φοβηθεις. Στο ειπα, δεν προκειται να σου συμβει τιποτα, που να μην το θέλεις. Χαιρομαι που σου άρεσε."
-"Ευχαριστω πολυ. Με εσωσες!"
-"Χαρα μου."

Περιμενε, να του πω να φυγουμε, αλλα δεν ελεγα κουβεντα και καθομασταν ορθιοι να θαυμαζουμε το σπιτι. Εγω για πρωτη φορα, αυτος συγκινημενος απο τις αναμνησεις σ αυτο το σπιτι με την γιαγια του.
Με ρωτησε αν θα ηθελα να καθισουμε και να με κερασει ενα ροφημα, μιας και δεν ηθελε να με αποχωριστει ακόμα, και δεν ειχαμε και καμια καλυτερη ιδεα για το που να παμε.
Δεχτηκα με ικανοποιηση, και μας εφτιαξε και παλι μια σοκολατα και εναν λατε μακιατο αυτη τη φορα απο ετοιμη σκόνη γιατι εκει δεν υπηρχαν αλλες πολυτελειες για καλυτερο καφε.
Φαινοταν περιποιημενο το σπιτακι, κι οτι ερχοντουσαν ανθρωποι εκει και το φροντιζαν, καθότι, απολυτως απαραιτητα πραγματα βρισκοντουσαν γυρω στη θεση τους καθαρα και τακτοποιημενα.
Καθισαμε στο τραπεζακι της κουζινας στην εισοδο, που ηταν κι αυτο μικρο, παλιο, ξυλινο με λαμαρινα και χαριτωμενο.
Ξεκινησαμε και παλι την συζητηση. Του ειπα κι εγω λιγα πραγματα για μενα ποια είμαι , τι σπουδασα, που δουλευω, απο που κραταει η σκουφια μου. Αλλα πιο πολυ συνεχισαμε να μιλαμε, για την ζωη του. Μου περιεγραφε με πληρη λεπτομερεια πως λειτουργει στο Πανεπιστημιο του, για να καταλαβω τι διαφορες εχουμε με τα δικα μας Πανεπιστημια σε σχεση με του εξωτερικου. Τον επρηξα τον ανθρωπο να μου μιλαει απαραιτητως και  συνεχεια.  Πως κανει τα μαθηματα του,... πως εγγραφονται οι μαθητες εκει.... Τι ακριβως διδασκει ο ιδιος εκει...

Τι διδασκει. Ποιο ειναι το "επαγγελμα" του; τι ακριβως κανει;

Τι εκανε τελικά σ αυτο το Πανεπιστήμιο. Ποιος ήταν ; Πως βρέθηκε να διδάσκει πληροφορική σε ενα ξένο Πανεπιστήμιο όντας Έλληνας, οχι πως δεν υπάρχουν Ελληνες που να διδασκουν σε ξένα Πανεπιστημια, σιγα δεν ειναι και το πιο  ανηκουστο πράγμα,  αλλα αυτός ; Γιατί ;

Έφυγε απο Ελλαδα στα δεκαοκτω του για Γερμανια, οταν ενα ωραιο πρωι του το ζητησε ο πατερας του. Απο πολυ μικρος μέχρι την ηλικια των δεκαοχτω του χρόνων ζουσε σε αυτο το μικρο σπιτακι και σε ενα ακομα μεσα στο κεντρο της πόλης, μεγαλυτερο, με τρια πατωματα, πολυκατοικια,  μαζι με τη γιαγια του μόνο.  Οι γονεις του ζουσαν και δουλευαν στη Γερμανια απο πολυ νωρις. Ο πατερας του εργολαβος, εκανε δικη του εταιρια οικοδομων με δικους του  εργατες, και εβγαζε καλα χρηματα. Αυτοδημιουργητος. Η μητερα του, εκτος απο καποιες περιστασιακες εργασιες, έραβε ρουχα, και ασχολιοταν με τα οικειακα. Ειχε ακομα μια μικροτερη αδερφη δυο χρόνια, που ζουσε μαζι τους.
Απαγορευοταν τοτε, να εχουν οι γονεις του, δυο παιδια μαζι τους στη Γερμανια. Οποτε αφησαν τον ιδιο με την γιαγια του στην Ελλαδα, που ηταν μεγαλυτερος και μπορουσε να καταλαβαινει.
Δεν τον στεναχωρησε ποτέ αυτο. Οκ, του ελειπαν οι δικοι του, ιδιως η μανουλα του, που ηταν πολυ τρυφερη μαζι του, αλλα ως εκει. Ποτέ δεν το ειδε άσχημα αυτό ή οτι με κάποιο τρόπο τον παράτησαν.
Ζουσε με την γιαγια του. Τη δικη του γιαγια,  δεν ηταν μονος του.

Και ηταν μια υπεροχη γιαγια, οπως την περιεγραφε πάντα. Παραδοσιακη, ντόπια, με έντονες  θρησκευτικες καταβολές και κυρίως άνθρωπος της φύσης. Τον λάτρευε. Τον μεγαλωσε σαν παιδι της. Τον καλομάθαινε, αλλα του έμαθε πραγματικά τι σημαίνει να αγαπάς. Τον έκανε αληθινό, εξωστρεφή, κοινωνικό και γενναιόδωρο. "Παντα να βοηθάς", του έλεγε. Όπου μπορείς να βοηθάς.

Ο Οδυσσεας, (ταλαίπωρο όνομα, το κυνηγάει ολόκληρος μυθος απο πίσω) μεγαλωσε ελεύθερος. Χωρις πρέπει και περιορισμους. Τους περιορισμους έμαθε να τους βάζει μόνος του στη ζωη του. Έμαθε μόνος του να είναι πρώτος των πρώτων, κορυφή, πάνω απ όλα, επιστημονας βαθιά καταρτισμένος, πάλεψε για ότι εχει στη ζωή του, τιποτα δεν του χαρήστηκε.  Εκει που πρέπει και για τον λόγο που πρέπει έμαθε να βάζει τα όρια του, για να πετύχει. Μεγάλο μάθημα. Ειδικά για όσους τα περιμένουν όλα έτοιμα.
  Εμαθε απο πολύ νωρις να ειναι ανεξάρτητος. Δουλευε απο νωρίς . Εκεί κοντά τελειωνοντας το λύκειο, δουλευε ως ντραμερ σε μια μπάντα μαθητική. Γεννηθηκε το 1970. Σε καλούς καιρους μεγάλωσε.  Αυτη η μπάντα ηταν η αγάπη του. Η μεγάλη του αδυναμία. Με αυτην ξέδινε, έβγαζε γκόμενες, περνούσε καλά, εβγαζε χαρτζιλίκι.

Ο πατέρας του στα δεκαοχτω του, τον αποθύμισε. Πλεον ήταν ενήλικος και δεν θα του απαγορευόταν να πάει στη Γερμανία. Του ζήτησε να δώσει εξετάσεις στο εκεί σύστημα εκπαιδευσης και να περασει σε οποιο Πανεπιστημιο ήθελε στη Γερμανια. Του ίδιου δεν του άρεσε καθόλου η ιδέα. Ηθελε να παραμείνει στην Ελλάδα και να γίνει μουσικος. Γιατι να έφευγε άλλωστε ενώ περνούσε καλά ; Εδω ειχε τις παρεες του τη ζωουλα του, γιατί να το αλλάξει ολο αυτό ;

Αποφάσισε όμως, να μη του χαλάσει το χατίρι, και να πάει να δώσει στο εκεί εξεταστικό σύστημα, αλλα με μια παγαποντια.. θα πηγαίνε να γράψει μηδέν, κι έτσι θα ελεγε στον πατέρα του, οτι εφόσον απέτυχε άρα δεν τα κατάφερε να έρθει Γερμανία,  Θα μείνει Ελλάδα.

Σαν μαθητής στο σχολείο δεν ήταν συνεπής, όπως λεει ο ίδιος, "εβγαλα ολο το σχολείο με ενα τετράδιο"! -"Καλα χρυσε μου, σημειώσεις δεν κρατούσες ; τι ειναι αυτα που λες; " -" Τα σημειωνα ολα εδω μέσα.", και μου έδειχνε το μυαλό του. Το μυαλό του έπιανε και πιάνει ασύλληπτες ταχύτητες με  φοβερό μνημονικο. Ειχα μείνει με το στόμα ανοιχτό , σαφώς έλεγε αλήθεια αλλα για μένα ήταν αδύνατον να τον πιστέψω.

Στις εξετάσεις, μπορούσες να απαντήσεις μόνο στις 60 απο τις 100 ερωτήσεις για να περάσεις. Ο ίδιος απαντησε περιπου στις μισές, έτσι για να μην δώσει και λευκή κόλλα. Δεν ήξερε με ποιόν αριθμό απαντήσεων περνουσες, και δεν τον ένοιαζε. Ανακαλυψε ομως, μια ομάδα απαντήσεων που ήταν οι πιο δύσκολες, το πηρε σαν προκληση να τις λύσει κι αυτό έκανε. Και τις απαντησε ολοσωστα. Τις όποιες λίγες απαντήσεις έδωσε, τις απαντησε σωστά και ήταν οι πιο δύσκολες. Επειδή απαντησε τις πιο δύσκολες και πέρασε τον αριθμό των ερωτησεων που χρειαζόταν για να περάσεις, πέρασε "κατα λάθος". 

Δεν το περιμενε, απογοητεύτηκε, έτσι ξεκινησε η ζωή του στη Γερμανία.

Α, ναι. Τι διδασκε... Πληροφορική, δεν το είπαμε ; Αλλα με μια πολυ, πολυ σπάνια ειδικότητα, Κρυπτογραφία.