Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

"Χαρηκα που σε γνωρισα, και τωρα...;" Μερος Γ΄

Αφού εξαντλησαμε, όλα τα θέματα περι πανεπιστημίου και  ενασχολησεως μας με το αντικείμενο της Πληροφορικής, φτάσαμε σε ενα μικρο κενό, εγω επεμενα αγενεστατα, να μη λεω τίποτα ενδιαφέρον για τον εαυτό μου, όχι πως δεν είχα, αλλα αρνούμουν να περιγράψω το οτιδήποτε για μένα. Κι αυτό έφερνε σε κάπως περίεργη θέση τον Οντυ. Πόση ώρα να μιλούσε ακόμα μόνος του;



Φτάσαμε λοιπόν, σ αυτό το αμήχανο κενό, που ενω δεν πολυθέλαμε να αποχωριστουμε, η ωρα και η στιγμη μας έδιωχνε απο μόνη τής. Ο Οδυσσεας πλέον άρχισε να πιστεύει πως δεν τον ενδιεφερα, κι επιπλέον τον άφηνα να μου λέει πράγματα για τη ζωή του χωρις να παίρνει το αντίστοιχο ή έστω κάποια ανταπόκριση. Αφού δεν του έλεγα τίποτα για μένα σήμαινε πως δεν με ενδιέφερε το προσωπο του για να μην του μοιράζομαι πράγματα.

Απο τη μια ίσως να ήταν κι έτσι. Απο την άλλη ομως τι να του έλεγα ; Ο άνθρωπος ήταν υπερσπουδαγμενος. Εγώ δε φτουρουσα μια μπροστά του. Για ποιο πράγμα να μιλούσαμε ; Δεν ειχα τις δυνατότητες για να μιλήσω σε ακαδημαϊκή γλώσσα μαζί του, και μετά απο ολη αυτή τη συζήτηση πίστευα οτι μόνο αυτό ήταν. Ενας ακαδημαϊκός τύπος, που ήξερε μόνο απο αριθμούς και γράμματα και τίποτε άλλο. Δεν προλάβαμε να μιλήσουμε για χόμπι κι εκεί ίσως είχα κι εγώ κάτι να επιδειξω, οπως κι αυτός βέβαια.

Με έφερε σε λιγο δύσκολη θέση, οχι άδικα βέβαια, κι εμενα αν με ζορισεις , ζοριζω κι εγώ. Με πίεσε να πω κάτι και να πάρω τη συζήτηση στα χέρια μου, και πως ο ίδιος δεν είχε τι άλλο να μου πει...
Πως μου ήρθε εκείνη την ώρα και την γύρισα τελείως τούμπα την κουβέντα.
Ναι οκ, ειχε αρχίσει να μου αρέσει σαν προσωπικότητα πολυ, αυτό ήταν βεβαιο. Για την ώρα ομως μου έφτανε. Δεν μου περίσσευε,.. αλλα μου έφτανε. Ήθελα κάτι να γίνει, αλλα δεν ήμουν και πολύ σίγουρη τι. Σκέφτηκα πως αν δεν το κάνω τώρα αυτό, ισως και να μην ξαναβρεθούμε γιατί ένιωσα πολυ έντονα πλέον οτι με είχε βαρεθεί... Γιατί όχι, ο άνθρωπος ; Ολη την ώρα μόνος του μιλούσε.

Του λέω,
 -Και τώρα ; Τι;
-Τι εννοεις;
-Εννοώ τι κάνουμε ;
-Εννοείς αν πάμε σπίτια μας; ( ο καφές είχε τελειώσει προ πολλού και ήπιαμε κι εναν της παρηγοριάς ελληνικό! Εγώ δηλαδή, γιατί αλλιώς,  δε θα άντεχα να γυρίσω πισω)

-Οχι, εννοώ τι κάνουμε μεταξύ μας.
-Τι εννοείς τι κάνουμε μεταξύ μας; (Σαστησε, δεν το περιμενε!)
-Εννοω, το πάμε κάπου, η σταματάμε εδώ ; Κοιτα, δεν εχω καιρό για χάσιμο, ούτε καιρό για ψάξιμο, θέλω να ξέρω τι γίνεται παρακάτω.
-Τι θα ήθελες να γίνει ;
-Δεν ξέρω, εσυ τι προτείνεις;( Ε, όχι να στην πέσω μανούλα μου, πολύ δεν πάει πρώτη μέρα ; Αν και αυτό έκανα, ξεκάθαρα!)

- Πες μου οτι θέλεις, εμένα μ αρέσεις, με ενδιαφέρεις, άλλωστε δεν αλλαξε κάτι απο αυτα που θέλω απο την ώρα που ειδα τη φωτο σου. Μου αρεσες.
-Και τώρα ;
-Και τώρα μ αρέσεις.
-Δειξτο μου τοτε; ( Ε, τώρα τα χρειάστηκε τα κονιάκ του!)
-Πως θα ήθελες ; Τι θέλεις να κάνω..;
-Δεν ξέρω...βρες το εσύ.

-Θα ήθελες μια αγκαλιά ;
-Ναι γιατί όχι ;
-Αυτο ήθελες και δεν το έλεγες τόση ώρα ; ( ναι, τσακάλι μου! Ούτε ήξερα τι ήθελα....)

Σηκώθηκε με πήρε απο το χέρι και εκεί μπροστά στην μικρή κουζίνα με πήρε μια αγκαλιά.
Μυριζα το άρωμα του, μα πιο έντονα μυριζα τη μυρωδιά του. Ήταν απο μια άλλη εποχή. Λίγο άγνωστη, λίγο πρωτόγνωρη για μένα. Όχι νεανικο πατσουλι που βρωμανε συνήθως τα αγόρια της ηλικίας μου. Αλλα μύριζε σοβαρότητα, ασφάλεια (ποσο ανάγκη την είχα!) , μύριζε απλότητα, αγαθότητα, καλές προθέσεις πραγματικά. Ήταν μια γλυκιά και αθώα αγκαλιά.
Ξαφνικά αρχισε να με χαϊδεύει στην πλάτη και να με σφίγγει πάνω του. Τρόμαξα. Δεν το περίμενα.

Προσπαθησα ελαφρά να τραβιχτω. Δεν τα καταφερα. Με έσφιγγε ακόμα περισσότερο.
Ξαφνικά έκανε πίσω ενώ είχε ακομα τα χέρια του τυλιγμένα γύρω μου.
Και με κοίταξε. Μου χαμογέλασε. Κατι ψελλισε, ενα "μ αρέσεις " ή κάτι τέτοιο.
  Προσπαθησε να με φιλήσει. Δεν τον άφησα και τότε άρχισε να με σφίγγει ακόμα πιο πολυ πάνω του. Ευτυχώς δε με ρώτησε αν μ αρέσει γιατί θα σηκωνομουν και θα έφευγα. Συνέχισε απλά να με αγκαλιάζει, για ωρα. Ειχα ξεχάσει πόση ώρα με κρατούσε έτσι. Φαινόταν να το έχει πολύ ανάγκη και δεν ήθελα να τον διακόψω. Έμοιαζε να τον ανακουφίζει αυτή η αγκαλιά.

Κουράστηκα.
-Να κάτσουμε ;
-Ότι θέλεις, σου ειπα οτι δεν πρόκειται να σου συμβει τίποτα που να μην το θέλεις.
"Δεν το περίμενα να γίνει αυτό", μου ειπε.
Το θέλεις ;
-Γιατί οχι, του ειπα.

Προχωρήσαμε πιο μεσα στο δωμάτιο και καθίσαμε στο ράντζο.
Τον φίλησα. Ένιωσα οτι τρέμει στα χέρια μου. Σαστισα εγώ. Δεν περίμενα τέτοια αντιδραση. Οσο με φιλουσε έτρεμε. Δε φιλουσε ωραία. Είχε υπέροχα χείλη αλλα φιλουσε απαίσια. Πολυ επιθετικα. Συνέχισα να τον φιλαω αλλα δεν καταφερα να τον διορθώσω τον άφησα να φιλάει οπως θέλει.

Μας πήρε ο ύπνος εκεί πάνω ως τις 9.00πμ το πρωί...